Κύστες Ωοθηκών και έλεγχος για καρκίνο των Ωοθηκών
Δερμοειδή Κύστη
Κύστη ωοθήκης
Οι κύστες ωοθηκών είναι πολύ συνηθισμένες. Κατά τη διάρκεια των αναπαραγωγικών ετών, κάθε μήνα, μία μικρή κύστη αναπτύσσεται μέσα στις ωοθήκες, φτάνοντας περίπου τα 2,5 εκατοστά σε μέγεθος και μετά σπάει στο μέσο του κύκλου για να απελευθερώσει ένα ωοθυλάκιο. Κάποιες φορές, αντί να σπάσει, η κύστη μπορεί να μεγαλώσει και να προκαλέσει αξιοπρόσεκτο οίδημα και πόνο. Αυτές οι «λειτουργικές κύστες» είναι οι πιο συνηθισμένες κύστες που βρίσκονται στις ωοθήκες. Εκτός από λειτουργικές κύστες, οι ωοθήκες μπορεί να περιέχουν κι άλλες καλοήθεις κύστεις ωοθηκών, οι οποίες μπορεί να εμφανιστούν πριν και μετά την εμμηνόπαυση. Οι μεγάλες καλοήθεις κύστεις, οι οποίες προκαλούν συμπτώματα, μπορεί να χρειάζονται χειρουργική αφαίρεση. Πολλές μικρές καλοήθεις κύστεις ωστόσο, ανιχνεύονται τυχαία σε μαγνητική τομογραφία (MRI) ή σε αξονική τομογραφία (CT), που διεξάγονται για την διερεύνηση διαφόρων, μη γυναικολογικών προβλημάτων. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η εμφάνιση κύστεων μπορεί να προκαλέσει ανησυχία εάν υπάρχει αβεβαιότητα για την φύση τους. Η καρκινικές κύστεις είναι εξαιρετικά σπάνιες, αλλά μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα υγείας και πρέπει να αφαιρούνται μόλις επιβεβαιωθεί η διάγνωση.
Μία ακριβής διάγνωση της φύσης μίας κύστης ωοθηκών είναι σημαντική για τον σχεδιασμό της κατάλληλης θεραπείας. Οι καλοήθεις κύστεις, που δεν προκαλούν συμπτώματα, μπορεί να μην χρειάζονται θεραπεία, ενώ αυτές που προκαλούν πόνους θα μπορούσαν να αφαιρεθούν με λαπαροσκοπική χειρουργική. Οι καρκινικές κύστεις συχνά απαιτούν ανοιχτές χειρουργικές επεμβάσεις.
Η ικανότητα μίας εξέτασης υπέρηχου για την διάκριση μεταξύ των διαφορετικών τύπων ωοθηκικών κύστεων εξαρτάται κυρίως από τις δεξιότητες και την εμπειρία του εξεταστή-γιατρού. Εμείς, στο κέντρο μας είμαστε στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων στην διάγνωση με υπέρηχο του ωοθηκικού καρκίνου και μπορούμε να διακρίνουμε τις καλοήθεις από τις κακοήθεις ωοθηκικές κύστεις στις περισσότερες περιπτώσεις με την διεξαγωγή μίας συστηματικής και λεπτομερούς ανάλυσης της μορφολογίας της ωοθήκης. Η προσέγγισή μας στη διάγνωση των ωοθηκικών κύστεων δεν απαιτεί αιματολογικές εξετάσεις για την μέτρηση καρκινικών δεικτών. Έτσι αποφεύγονται οι καθυστερήσεις και μειώνεται τα συνολικό κόστος των διερευνητικών εξετάσεων.
Κάποιες γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου των ωοθηκών ή του μαστού διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο στην εμφάνιση καρκίνου. Είμαστε σε θέση να τους προσφέρουμε τακτικούς ελέγχους προκειμένου να τις διαβεβαιώσουμε ότι οι ωοθήκες τους είναι φυσιολογικές. Μπορούμε επίσης να δεχτούμε γυναίκες που υπέφεραν από καρκίνο ωοθηκών και στήθους στο παρελθόν και έχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο των ωοθηκών.